Έως τις 21 Ιουνίου θα πρέπει όλες οι τράπεζες που λειτουργούν στην Ελλάδα να αποστείλουν σε ηλεκτρονική μορφή στη ΓΓΠΣ τα ποσά των τόκων που κατέβαλαν στους πελάτες τους κατά τη διάρκεια του 2012.
Αυτό προβλέπεται σε απόφαση του υφυπουργού Οικονομικών Γ. Μαυργαγάνη.
Με βάση το σχεδιασμό του υπουργείου Οικονομικών η προσυμπλήρωση των δηλώσεων θα γίνει στις 24 Ιουνίου, με ανοιχτό το ενδεχόμενο να υπάρξει καθυστέρηση μερικών ημερών.
Υπενθυμίζεται ότι φορολογούμενοι που σε ατομική βάση έχουν εισπράξει το 2012 καθαρό ποσό τόκων από όλες τις τράπεζες έως 250 ευρώ δεν είναι υποχρεωμένοι να τους δηλώσουν στη φορολογική τους δήλωση.
Σύμφωνα με την απόφαση, οι τράπεζες, συμπεριλαμβανομένων και των υποκαταστημάτων αλλοδαπών πιστωτικών ιδρυμάτων, καθώς και οι υπηρεσίες παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, υποχρεούνται να διαβιβάζουν στη ΓΓΠΣ καταστάσεις σε ηλεκτρονικό αρχείο, με τα στοιχεία των δικαιούχων-συνδικαιούχων (όνομα, επώνυμο και ΑΦΜ), το ποσό των πιστωτικών και χρεωστικών τόκων καταθέσεων και repos που απέκτησαν κατά το προηγούμενο έτος, καθώς και το ποσό του φόρου που παρακρατήθηκε. Για τους τόκους καταθέσεων σε νόμισμα διαφορετικό του ευρώ, ως ισοτιμία για τη μετατροπή τους σε ευρώ θα λαμβάνεται η τιμή της ημερομηνίας πίστωσης των τόκων σε συνάλλαγμα.
Η διαβίβαση στοιχείων θα γίνεται απευθείας στη ΓΓΠΣ μέσω ασφαλούς συστήματος μεταφόρτωσης αρχείου.
Οι προδιαγραφές του αρχείου, ο τρόπος διαβίβασης και το χρονοδιάγραμμα διαβίβασης αρχείων θα αναρτηθούν έγκαιρα στην ιστοσελίδα της γενικής γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων. Τα στοιχεία για τους τόκους θα αποστέλλονται στη ΓΓΠΣ μία φορά το χρόνο και το αργότερο έως την 28η Φεβρουαρίου του επόμενου έτους του έτους αναφοράς. Ειδικά για την πρώτη εφαρμογή, η απόφαση ορίζει πως η αποστολή αρχείων των στοιχείων θα γίνει έως και την 21η Ιουνίου 2013.
Οι τράπεζες και οι εταιρίες επενδυτικών υπηρεσιών θα διατηρούν τα στοιχεία που αποστέλλουν στη ΓΓΠΣ στη μορφή με την οποία τα αποστέλλουν, για χρονικό διάστημα τουλάχιστον 15 εργάσιμων ημερών. Το υπουργείο Οικονομικών θα διατηρεί τα στοιχεία αυτά για χρονικό διάστημα έξι ετών.