Με την πράξη νομοθετικού περιεχομένου που μόλις εξέδωσε (ΦΕΚ Α’64/28.6.2015), η κυβέρνηση μεταβάλλει μονομερώς και προς το συμφέρον της τους κανόνες του παιχνιδιού που ίσχυαν για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος: όπως ορίζεται επί λέξει, «εάν δεν είναι δυνατή η συγκρότηση μιας μόνο Επιτροπής Υποστήριξης για το «ναι» ή το «όχι», λόγω ιδεολογικών ή πολιτικών ή άλλων διαφωνιών, αυτό ανακοινώνεται [στον αρμόδιο Υπουργό] από τον εκπρόσωπο του πρώτου σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμματος, μεταξύ αυτών που υποστηρίζουν κάθε επιλογή». Στην περίπτωση αυτή διατίθενται τα 2/3 του προεκλογικού χρόνου στα κόμματα και το 1/3 στους λοιπούς φορείς που συντάσσονται με κάθε επιλογή.
Με άλλα λόγια, επειδή προφανώς δεν επιθυμεί να συγκροτήσει κοινή Επιτροπή Υποστήριξης με την Χρυσή Αυγή, ο κ. Τσίπρας εξασφαλίζει το δικαίωμά του να βγαίνει μόνος στην τηλεόραση για το μεγαλύτερο μέρος του διατιθέμενου ραδιοτηλεοπτικού χρόνου.
Αν αυτό ίσχυε μόνο για τον ίδιο (και για τον κ. Καμμένο) θα επιβεβαίωνε απλώς την κομματική ερμηνεία του Συντάγματος που του είναι τόσο οικεία. Όμως η νέα ρύθμιση επιβάλλει τον κανόνα των 2/3 και του 1/3 και για τους υποστηρικτές της άλλης επιλογής, ακόμη και αν αυτοί δεν το θέλουν.
Η τροποποίηση αυτή επήλθε μετά την προκήρυξη του Δημοψηφίσματος, κάτι που ούτως ή άλλως την καθιστά νομικά προβληματική. Σε κάθε περίπτωση, η συγκεκριμένη ρύθμιση είναι κραυγαλέα παράνομη αφού προσαρμόζει τους κανόνες του παιχνιδιού στις ανάγκες του κυβερνώντος κόμματος: όχι μόνο θέλει να κρύψει τη σύμπλευση του ΣΥΡΙΖΑ με ένα κόμμα που διώκεται ως «εγκληματική συμμορία», αλλά εμποδίζει και τους υποστηρικτές της ευρωπαϊκής προοπτικής (δηλαδή του «ναι») να εμφανισθούν ενωτικά, πάνω από κομματικούς πατριωτισμούς. Πρόκειται για ανεπίτρεπτη παρέμβαση στην στρατηγική του αντιπάλου για ιδιοτελείς σκοπούς.
Έτσι η εκτροπή συνεχίζεται…
*Ο κ. Ν. Κ. Αλιβιζάτος είναι καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστημίου Αθηνών.