Απόσπασμα
…
Ο Υποστράτηγος Hollidt διατάσσει την παύση του πυρός και την αναστολή όλων των επιθέσεων εναντίον του ΟΧΥΡΟΥ.
Στις 07.04.41 όμως και με δραστικότερα πυρά ΠΒ θα πρέπει η «συμπαγής ελληνική αντίσταση» να καμφθεί.
Το (30ο) Σώμα διέθεσε γι’ αυτόν το λόγο (υποστήριξη επιχειρήσεων) το ΙΙ/63 Σύνταγμα ΠΒ και το ΙΙ/65 Σύνταγμα ΠΒ, τα οποία κατά το μεσημέρι τέθηκαν στις υπηρεσίες του Στρατηγού.
Εν τω μεταξύ η 164η ΜΕΡΑΡΧΙΑ ΠΖ που αγωνίζονταν στον άξονα ΕΧΙΝΟΥ – ΞΑΝΘΗΣ κατόρθωσε μετά από αρχικά αποτυχημένες προσπάθειες να διασπάσει τη Γραμμή Μεταξά.
Παρά την αποτυχημένη επίθεση κατά του ΟΧΥΡΟΥ στις 06.04.41, η ημέρα αυτή είχε να επιδείξει και απρόσμενες επιτυχίες σ’ άλλους τομείς. Συγκεκριμένα το ΙΙ/123 Σύνταγμα ΠΖ υπό τας διαταγάς του Άνχη Mootz έφερε εις πέρας την εντολή που είχε λάβει, αφού πεζοπόρα τμήματα, που ηγείτο, κατάφεραν να περάσουν τα σύνορα προς την Ελλάδα – ανατολικά του ΟΧΥΡΟΥ – υψ. 950 – (πιθανόν περιοχή Μερόβρυση), χωρίς μάλιστα να έρθουν αντιμέτωποι με εχθρικές δυνάμεις. Ακλουθώντας ένα μονοπάτι βρήκαν παρατημένα ελαφρά οχυρωματικά έργα.
Μέσω του Άνω Μύτικα κατόρθωσαν τα πεζοπόρα τμήματα να φθάσουν στο χωριό Κάτω Μύτικας – ώρα 08:00. Από εκεί ειδοποίησαν το Σύνταγμα για την επίτευξη εισόδου εντός των ελληνικών ορίων.
Παρά τις αντίξοες συνθήκες που επικρατούσαν: δύσβατη ορεινή περιοχή, υψηλές θερμοκρασίες και υψηλά ποσοστά υγρασίας κατόρθωσαν να φτάσουν τις πρώτες βραδινές ώρες στην πόλη της Κομοτηνής.
Πλήθος κόσμου, που υποδέχτηκε του Γερμανούς, ήταν ιδιαίτερα θερμό. Ζητωκραυγές, χειροκροτήματα, κάτι που προκάλεσε στους στρατιώτες απορία και συνάμα εντύπωση, αφού έπρεπε να θεωρούνται εχθροί.
Ίσως αυτού του είδους η εγκάρδια υποδοχή να έγκειται και στο γεγονός ότι, οι γερμανικές δυνάμεις δεν επιτέθηκαν στην πόλη της Κομοτηνής.
Ο Άνχης διατάσσει να παρθούν όλα τα απαραίτητα μέτρα ασφαλείας, ώστε να διασφαλιστεί η ακεραιότητα όλων των πεζοπόρων τμημάτων.
Ο στόχος είχε πλέον επιτευχθεί.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, αν και είχε βραδιάσει ο βορράς ήταν φωτισμένος από συνεχόμενες αναλαμπές, προκληθείσες από αδιάκοπη και σφοδρή επίθεση του γερμανικού ΠΒ εναντίον του ΟΧΥΡΟΥ 510.
Ήδη στις 06.04.41 όμως είχε λάβει χώρα στην πόλη της Κομοτηνής το εξής αξιοσημείωτο γεγονός.
Ο Δνέας Brunno Rillinger του ΙΙ/122 Συντάγματος ΠΖ βιών το γεγονός, διηγείται:
Τα πεζοπόρα τμήματα του ΙΙ/122 Σ.ΠΖ. είχαν λάβει την εντολή να εισχωρήσουν δια μέσω του Μετώπου και να καταλάβουν ύψωμα, απ’ όπου θα μπορούσε να βληθεί αποτελεσματικά το ΟΧΥΡΟ 510.
Το Λόχο, στον οποίο ανήκα, ηγήθηκε ο Λγός Raestas. Έχοντας λοιπόν υπό τας διαταγάς τους πεπειραμένους στρατιώτες και με τη βοήθεια ποδηλάτων, ξεκίνησε η επιχείρηση κατάβασης της ορεινής και δύσβατης Ροδόπης.
Αφού καταλάβαμε ένα ύψωμα, όπου βρισκόταν ελαφρά προκαλυπτικά τμήματα του εχθρού, συνεχίσαμε την πορεία μας προς την πεδινή θρακική γη.
Κατά τη διάρκεια της πορείας μας συναντήσαμε χωρικούς, οι οποίοι εν μέρει μας υποδέχτηκαν φιλικά, παρέχοντάς μας νερό.
Συνεχίσαμε την κάθοδό μας. Εγώ δυστυχώς έπρεπε να διακόψω την πορεία, αφού το λάστιχο του ποδηλάτου είχε σκάσει.
Σε σύντομο χρονικό διάστημα είχα αλλάξει το λάστιχο και ξεκίνησα έχοντας γρήγορο ρυθμό, ώστε να ξαναβρώ τους συντρόφους μου.
Κάτι τέτοιο ήταν όμως αδύνατο, μέσα στο «λαβύρινθο» του βουνού. Άφησα λοιπόν, ως προς την επιλογή της διαδρομής το ένστικτό μου να αποφασίσει. Στη διάρκεια της διαδρομής συνάντησα χωρικούς, από τους οποίους έμαθα ότι, εντός 6χλμ θα βρω μπροστά μου μια πόλη.
Φθάνοντας στην πόλη, κατάλαβα ότι, μπροστά μου εκτείνονταν η πόλη της Κομοτηνής, η πρωτεύουσα της Θράκης.
Με τα Γαλλικά, που γνωρίζω, κατόρθωσα να μάθω από πολίτες ότι, κανένας άλλος πλην εμού δεν είχε εθεαθεί στην πόλη.
Πριν καλά – καλά συνειδητοποιήσω αυτό, που είχα επιτύχει εμφανίστηκαν μπροστά μου 150 πολίτες, οι οποίοι με κύκλωσαν εμένα και το ποδήλατό μου.
Προ του ξενοδοχείου της πόλης με υποδέχθηκαν δια χειραψίας και ασπασμών κάποιοι μεγαλύτερης ηλικίας πολίτες, κατά πάσα πιθανότητα ήσαν οι προύχοντες αυτής.
Μέσω αυτών ήταν και ο κύριος Θ. Αντώνιος, ο οποίος με καλωσόρισε. Μιλούσε άπταιστα τη γερμανική γλώσσα, αφού όπως μου είπε, είχε σπουδάσει στο Braunschweig – Μπραουνσβάικ – της Γερμανίας.
Ευθύς αμέσως έμαθα από τον κύριο Θ. Αντώνιο ότι, η φιλοαγγλική διοίκηση της πόλης προ της αφίξεώς μου, είχε αποχωρήσει με φορτηγό προς άγνωστη κατεύθυνση.
Στο ξενοδοχείο «Ροδόπη» περί τις 15:00μ.μ. μου προσέφεραν φαγητό και κάτι για να πιω. Δέχθηκα χωρίς ενδοιασμούς την πρόσκληση, μιας και είχα να φάω από το πρωί.
Εν τω μεταξύ η είδηση της παρουσίας Γερμανού Στρατιώτη είχε μαθευτεί σε κάθε γωνιά της πόλης. Κάθε λίγο έπρεπε να βγαίνω στο παράθυρο για να με δει το ενθουσιασμένο πλήθος, το οποίο δείχνοντας προς το χιτώνιό μου και το σήμα του φτερωτού αετού, πίστευε ότι, ήμουν αλεξιπτωτιστής. Το πλήθος δεν σταμάτησε στιγμή να ζητωκραυγάζει και να αναφωνάσκει συνθήματα υπέρ της Γερμανίας και του Fuhrer – Φύρερ – Αδόλφου Χίτλερ.
Τόσο μεγάλη ήταν μάλιστα η επιθυμία των να μου σφίξουν το χέρι, ώστε και ο ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου απειλήθηκε με λιντσάρισμα, επειδή δεν επέτρεπε την είσοδο στο πλήθος.
Μ’ ένα ραδιόφωνο, γερμανικής μάρκας KORTING και προς μεγάλη μου έκπληξη οι συγκεντρωμένοι πολίτες εντός του ξενοδοχείου μου έφερναν γερμανικές ειδήσεις. Ήθελαν οπωσδήποτε να συναντήσω τον Μητροπολίτη Κομοτηνής, ο οποίος επιθυμούσε και αυτός να συνομιλήσει μαζί μου.
Δυστυχώς όμως γι’ αυτούς αποφάσισα να αποχωρήσω, αφού έπρεπε πάση θυσία να ξαναβρώ τους συντρόφους μου πριν σκοτεινιάσει.
Ο αποχαιρετισμός από το πλήθος ήταν και πάλι εγκάρδιος.
Παιδιά με συνόδευσαν για αρκετά χλμ τρέχοντας από πίσω μου και δείχνοντάς μου το δρόμο προς το βορρά.
Θα έπρεπε πάντως βρίσκοντας τους συντρόφους μου και το Λγό να ξαναεπιστρέψουμε και να παραμείνουμε στην Κομοτηνή. Όλα αυτά συνέβησαν λίγα μόλις χλμ στα μετόπισθεν του εχθρού.
Εν τω μεταξύ η μάχη κατά του πολύ καλά οργανωμένου και χτισμένου ΟΧΥΡΟΥ συνεχίζονταν, αφού οι εκεί υπάρχουσες ελληνικές δυνάμεις αντιστέκονταν σθεναρώς κάτι που αποδεικνύει περίτρανα πόσο υπολήψιμοι και πόσο πολύ εκτιμάντο αι Γερμανικαί στρατιωτικαί δυνάμεις.
Την ίδια ώρα που τα δύο πεζοπόρα τμήματα του ΙΙ/123 Σ.ΠΖ επιχειρούσαν την κατάβαση προς την Κομοτηνή, επιτυγχάνετο και το πέρασμα των συνόρων από πεζοπόρα τμήματα του Ι/122 Σ.ΠΖ υπό τας διαταγάς του Τχη von Viebahn 7χλμ δυτικά από την περιοχή ΚΙΡΤΖΑΛΙ – ΝΥΜΦΑΙΑ και σε υψόμετρο 1126m.(πιθανόν περιοχή ΤΣΕΡΙΣΑΤΑ/ΑΓΙΟΡΡΕΜΑ – ΠΑΠΙΚΙΟΝ ΟΡΟΣ). Εκεί ευρέθησαν εκκενωμένες ελληνικές θέσεις προκαλύψεως.
Ο Τχης είχε την εντολή, με τις δυνάμεις του να περάσει μέσω του ΠΑΠΙΚΙΟΥ ΟΡΟΥΣ και να φθάσει έως και επί της οδού Κομοτηνή – Ξάνθη προστρέχοντας προς βοήθειαν του ΙΙ/123 Σ.ΠΖ.
Λεπτομερείς παρατηρήσεις έδειξαν ότι, 4χλμ νοτίως της συνοριακής γραμμής ανάμεσα σε δύο βουνοκορφές και σε ύψος 1000m υπάρχει οχυρωματική θέση, η οποία και φράζει το μονοπάτι(πιθανόν Ε.Φ. ΦΥΛΑΚΑΣ).
Οι κτιριακές εγκαταστάσεις που παρατηρήθηκαν αποδεικνύουν ότι, επρόκειτο για στρατιωτικό φυλάκιο προκαλύψεως. Εάν είναι ελαφρά η καλύτερη οργανωμένη οχυρωματική θέση δεν είναι δυνατό να παρατηρηθεί.
Ο Τχης αποφάσισε υπό τα προστατευτικά πυρά που θα του παρείχε μια Μοίρα ορεινών καταδρομέων – πολυβολητών από το υψ. 1073, το οποίο μετονομάστηκε σε υψ. Plonz, όνομα του αρχηγού της 4 Μοίρας ορεινών καταδρομέων, να στείλει προς κατάληψη του μονοπατιού δύο μοίρες.
Το σχέδιο ήταν προς όλες τις λεπτομέρειες του τόσο καλά προμελετημένο και οργανωμένο, ώστε αναμένονταν το πέρασμα των πεζοπόρων τμημάτων να μη βρει αντίσταση.
Στις 07:00π.μ. – 06.04.41 – οι δυνάμεις που εβρίσκεντο στο υψ. Plonz ξεκινούν επίθεση κατά των ελληνικών θέσεων. Τα ελαφρά προκαλυπτικά τμήματα του Ελληνικού Στρατού ανταποδίδουν στα πυρά μέσα από τα φατνώματα των οχυρωματικών έργων.
Υπό την αυξημένη όμως πίεση και την πραγματοποιημένη επίθεση της 1 Μοίρας του Άνχη JANSEN κατά τις 09:00π.μ. ο εχθρός πανικόβλητος εκκενώνει το οχυρωματικό έργο και σκορπίζεται στις θαμνώδεις βουνοκορφές. Στις εκκενωμένες θέσεις βρέθηκαν οπλοπολυβόλα, ένα πολυβόλο και αρκετά μουλάρια με εφόδια. Ένα δώρο, αφού παραμένει άγνωστο πότε θα επιστρέψουμε στη βάση μας για να γευματίσουμε.
Τα πεζοπόρα τμήματα υπό του Τχη v. Viebahn συνεχίζουν την κάθοδο τους συνοδευόμενα από τις Μοίρες ορεινών καταδρομέων – πολυβολητών. Ο δρόμος μέσω της πυκνής βλάστησης σημαδεύεται με ελαιόχρωμα κάτι που βοηθάει πάρα πολύ το Λόχο διαβιβάσεων που απλώνει τηλεφωνικά καλώδια. Για την ασφάλεια των πεζοπόρων τμημάτων στάλθηκαν δύο έφιππα περίπολα υπό τας διαταγάς του Αξκού Flunkest. Τα περίπολα ακολουθούσε επί των ποδηλάτων ο Λγός Raestas με τους άνδρες του, οι οποίοι όμως σε κάποια σημεία έπρεπε να κουβαλήσουν τα ποδήλατα τους λόγω της ορεινής δύσβατης περιοχής. Επίσης έπρεπε να μεταφερθούν και οι τραυματίες της 1 Μοίρας. Ο Στρατιωτικός Ιατρός Dr. Sack, ο οποίος είναι ο υπεύθυνος για την μεταφορά των από Έλληνες αιχμαλώτους. Κατάφερε, ώστε οι τραυματίες σε μιάμιση ημέρα να μεταφερθούν στο Νοσοκομείο της Κομοτηνής.
Παρά τις υψηλές θερμοκρασίες κατορθώνει και το Ι/122 Σ.ΠΖ κατορθώνει να υπερβεί από δύσβατες περιοχές την οροσειρά της Ροδόπης και να φθάσει περίπου το μεσημέρι στο χωριό Θαμνά.
Στο χωριό Σώστης υπήρξε συμπλοκή με τον εχθρό. Ο Αξκός Becker με δύο σκοπευτές καταφθάνει στην περιοχή για την αντιμετώπιση του εχθρού. Κατά τη διάρκεια της συμπλοκής τραυματίζεται ένας Έλληνας και τέσσερις παραδίνονται. Οι υπόλοιποι καταφέρνουν να διαφύγουν.
Η προς βοήθειαν προστρέχουσα 3 Μοίρα βρίσκεται αντιμέτωπη με τους διαφυγέντες.
Στη συμπλοκή που ακολούθησε 2 Έλληνες έπεσαν νεκροί και οι υπόλοιποι διέφυγαν.
Αφότου έφτασαν τα πεζοπόρα τμήματα στο χωριό Σώστης ο Τχης Viebahn διατάσσει την κατάληψη όλων των γύρω υψωμάτων, που κοιτούν προς τα νότια και νοτιοδυτικά. Έτσι ο δρόμος Κομοτηνή – Ξάνθη έχει αποκλεισθεί.
Επίσης δίνει εντολή περίπολα να ελέγξουν την περιοχή προς τα δυτικά και έφιπποι να χτενίσουν την περιοχή προς τα ανατολικά, ώστε να εντοπιστεί το ΙΙ/123 Σ.ΠΖ και να αποκατασταθεί η επικοινωνία, αφού ήταν γνωστό ότι, πεζοπόρα τμήματα του θα επιχειρούσαν κατάβαση προς την Κομοτηνή.
Στη διάρκεια της διαδρομής ουδέν αξιοσημείωτον δεν διεπιστώθη, αφού δεν υπήρχε …ψυχή. Στο ΟΧΥΡΟ 510 ναι μεν ακόμη μάχονται, η κατάσταση έχει όμως γείρει υπέρ μας.
Εν τω μεταξύ και ενώ τα έφιππα τμήματα επέστρεψαν πίσω στο Σώστη, αφού είχε πλέον βραδιάσει χωρίς να μπορέσουν να εντοπίσουν τα τμήματα του ΙΙ/123 Σ.ΠΖ, ο Αξκός Flunkest αποφάσισε να μην επιστρέψει.
Αντιθέτως τόλμησε και τελικώς κατάφερε υπό την προστασία της νύχτας να φτάσει μέχρι την πόλη της Κομοτηνής. Ανακουφισμένος συνάντησε το ΙΙ/123 Σ.ΠΖ που βρίσκονταν εκεί ήδη από το βράδυ της 06.04.21. Έτσι η αποκατάσταση της επικοινωνίας μεταξύ του Ι/122 και του ΙΙ/123 Σ.ΠΖ ήταν πλέον γεγονός.